Ἐφύρας

Ἐφύρας
Ἐφύρᾱς , Ἔφυρα
fem acc pl
Ἐφύρᾱς , Ἔφυρα
fem gen sg (attic doric aeolic)
Ἐφύρᾱς , Ἐφύρα
fem acc pl (ionic)
Ἐφύρᾱς , Ἐφύρα
fem gen sg (attic doric ionic aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἐφύρας — ἐφύ̱ρᾱς , φυράω mixing imperf ind act 2nd sg ἐφύ̱ρᾱς , φυράω mixing imperf ind act 2nd sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔφυρας — ἔφῡρας , φύρω mix aor ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σίσυφος — Ήρωας της ελληνικής μυθολογίας, περίφημος για την πανουργία του. Ήταν γιος του Αίολου, κύριος της Εφύρας και ιδρυτής της Κορίνθου. Κατά το μύθο, ο Σ. είχε καταφέρει να εξαπατήσει το θάνατο και τον ίδιο τον Άδη, το θεό του κάτω κόσμου,… …   Dictionary of Greek

  • μυελός — ο (ΑΜ μυελός) φρ. «μέχρι μυελού οστέων» σε μεγάλο βαθμό, καθ ολοκληρίαν, τελείως, εντελώς («είναι ερωτευμένος μέχρι μυελού οστέων») νεοελλ. φρ. α) «νωτιαίος μυελός ανατ. το τμήμα τού κεντρικού νευρικού συστήματος το οποίο περιέχεται μέσα στον… …   Dictionary of Greek

  • φαρμακοφόρος — ον, Μ (ως προσωνυμία τής Εφύρας) αυτός που παράγει φάρμακα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακον + φόρος*] …   Dictionary of Greek

  • Αστυόχη — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Μια από τις κόρες της Νιόβης, που τόξευσε η Άρτεμη. 2. Κόρη του ποταμού Σιμόεντα, σύζυγος του Εριχθόνιου, μητέρα του Τρώα. 3. Κόρη του Άκτορα, μητέρα του Ασκάλαφου και του Ιαλμένη από τον Άρη. 4. Κόρη του βασιλιά… …   Dictionary of Greek

  • Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …   Dictionary of Greek

  • Πρέβεζας, νομός — Διοικητική διαίρεση της Ηπείρου στο νοτιοδυτικό άκρο της. Έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου και συνορεύει στα Β με τους νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων, στα Α με τον νομό Άρτας, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται, αντίστοιχα, από τον Αμβρακικό και από το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”